«Έχω κατάθλιψη». Μία φράση που ακούμε συχνά στο φιλικό και εργασιακό περιβάλλον. Παρά το γεγονός ότι ολοένα περισσότεροι άνθρωποι παρουσιάζουν συμπτώματα κατάθλιψης, το θέμα παραμένει ακόμη ταμπού.
Ακόμη κι αν πολλοί δεν θέλουν να το παραδεχτούν, είναι γεγονός. Η κατάθλιψη είναι μία σοβαρή ασθένεια που χρήζει θεραπείας. Στην Ευρώπη περίπου το 25% των ανθρώπων ετησίως εμφανίζουν συμπτώματα κατάθλιψης ή άγχους, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύθηκαν στη πλαίσιο συνεδρίου στο Βερολίνο με θέμα την αντιμετώπιση της κατάθλιψης με αφορμή την επικείμενη Ευρωπαϊκή Ημέρα κατά της Κατάθλιψης (1η Οκτωβρίου).
Διαταραχές ύπνου και διατροφής, απώλεια διάθεσης και αισιοδοξίας, αίσθημα ενοχής, τάσεις αυτοκτονίας είναι μερικά από τα συμπτώματα της κατάθλιψης. «Τα συμπτώματα θα πρέπει να διαρκούν για τέσσερεις, πέντε ή έξι εβδομάδες και σε κάθε περίπτωση πάνω από δύο. Τότε μπορούμε να κάνουμε λόγο για κατάθλιψη», εξηγεί ο καθηγητής Ούλριχ Χέγκερλ, επικεφαλής της Γερμανικής Οργάνωσης για την Παροχή Βοήθειας κατά της Κατάθλιψης (Deutsche Depressionshilfe).
Ο ρόλος της οικογένειας
Η Ευρωπαϊκή Ένωση εστιάζει φέτος επίσης στο ρόλο της οικογένειας των ανθρώπων που πάσχουν από κατάθλιψη. H διάγνωση της κατάθλιψης σε ένα άτομο επηρεάζει άμεσα και τη ζωή των συγγενών του. Και αυτοί χρειάζονται ειδική στήριξη, εκτιμούν ειδικοί. Οι ασθενείς που υποφέρουν από κατάθλιψη δεν μπορούν να νιώσουν χαρά, αλλά ούτε και λύπη. Πάσχουν από «συναισθηματική απάθεια». Η θεραπεία συνήθως περιλαμβάνει τη χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής αλλά και ψυχολογική υποστήριξη.
Για τους ανθρώπους του στενού οικογενειακού περιβάλλοντος των ασθενών, ιδιαίτερα σημαντική κρίνεται η ανίχνευση των αιτίων που οδηγούν στην κατάθλιψη. Η διάγνωσή της μπορεί να δράσει προληπτικά για άλλα μέλη της οικογένειας, από τη στιγμή που κάποια είδη κατάθλιψης είναι κληρονομικά. Τέτοιες είναι για παράδειγμα οι περιπτώσεις της διπολικής μανιοκατάθλιψης και άλλων καταθλιπτικών διαταραχών με τάσεις υποτροπής.
Μεγάλη η ιατρική ευθύνη
Καθοριστικής σημασίας θεωρείται επίσης και η στάση των οικογενειακών γιατρών απέναντι στους ασθενείς με κατάθλιψη. Στη Γερμανία οι οικογενειακοί γιατροί είναι συνήθως οι πρώτοι στους οποίους απευθύνεται ένας ασθενής. Είναι λοιπόν σημαντικό να προβαίνουν άμεσα οι ίδιοι σε μία πρώτη διάγνωση των συμπτωμάτων της κατάθλιψης. Σύμφωνα με επίσημα γερμανικά στοιχεία το 70% των καταθλιπτικών έχει απευθυνθεί αρχικά σε οικογενειακό γιατρό. Εξειδικευμένοι ψυχίατροι και ψυχολόγοι είναι συνήθως οι τελευταίοι στους οποίους απευθύνονται.
Κι αυτό γιατί σε μεγάλο βαθμό η κατάθλιψη, ακόμη και σήμερα, θεωρείται «ταμπού», ενώ οι πάσχοντες σπάνια μιλούν ανοιχτά για το πρόβλημά τους, φοβούμενοι τον κοινωνικό στιγματισμό. Κάτι τέτοιο όμως επιβραδύνει τη διάγνωση. Σύμφωνα με τον καθηγητή ιατρικής Ντέτλεφ Ντίτριχ όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα «το 50% των περιπτώσεων κατάθλιψης να εντοπίζονται κατά τύχη», συμπληρώνοντας μάλιστα ότι «από αυτές τις περιπτώσεις θεραπεύονται μόλις οι μισές».
Σύμφωνα πάντως με τη Γερμανική Οργάνωση για την Παροχή Βοήθειας κατά της Κατάθλιψης, σημαντική αρωγή μπορούν να προσφέρουν στους ασθενείς και οι διάφορες ομάδες αυτοβοήθειας, όπου πάσχοντες ανταλλάσουν απόψεις και εμπειρίες για το πρόβλημά τους. Η γερμανική οργάνωση προσφέρει διόδους επικοινωνίας για άτομα που πάσχουν από κατάθλιψη ήδη από το 2001. Συνεργάζεται με πάνω από είκοσι τοπικούς φορείς, ενώ παράλληλα προσφέρει και συμβουλευτική στήριξη μέσω ενός δικτύου ψυχιάτρων και ψυχολόγων. Ας σημειωθεί ότι τα τελευταία χρόνια ολοένα περισσότεροι προσφεύγουν για βοήθεια στο γερμανικό φορέα, μεταξύ των οποίων πολλοί έφηβοι.
Δήμητρα Κυρανούδη
- Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Κρήτη, την Ελλάδα και όλο τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, με εγκυρότητα και αξιοπιστία, στο cna.gr
- Ακολουθήστε το cna.gr στο Facebook
- Ακολουθήστε το cna.gr στο Twitter
- Ακολουθήστε το cna.gr στο YouTube
- Ακολουθήστε το cna.gr στο Instagram