Βασισμένη στο μυθιστόρημα του Ηλία Βενέζη, Το Νούμερο 31328, η κινηματογραφική παραγωγή του 1978, 1922, υπό τη σκηνοθετική εποπτεία του Νίκου Κούνδουρου, αποτύπωσε με ωμή ειλικρίνεια τη φρίκη των γεγονότων της Μικρασιατικής Καταστροφής.
Μπορεί η ταινία να μην παρουσιάζει με άμεσο τρόπο τη λεηλασία της Σμύρνης ή τους βίαιους διωγμούς των χριστιανών –Ελλήνων και Αρμένιων–, ωστόσο, η σκοπιά με την οποία καταθέτει τα ανήσυχα και γεμάτα φόβο συναισθήματα, προμηνύει το μεγάλο ξέσπασμα και τα επακόλουθά του.
Τρεις διαφορετικοί άνθρωποι και οι προσωπικές τους ιστορίες που αντιπροσωπεύουν και τη μοίρα των συμπολιτών τους. Η Αντιγόνη Αμανίτου στον ρόλο της Λουκίας, ως σύζυγος ενός εμπόρου, θα προσπαθήσει να αποδράσει από τον ασφυκτικό κλοιό της πόλης, όμως η δυσκολία για την έξοδο από το αναμενόμενο τέλος την κρατά πίσω, φυλακισμένη στο πεπρωμένο της. Η Αντιγόνη (Ελεωνόρα Σταθοπούλου) έχει χάσει ήδη δύο άντρες από την οικογένειά της και τα βιβλία που διαβάζει στον νεαρό της μαθητή Ηλία (Ζαχαρίας Ρόχας) επισφραγίζουν την ανθρώπινη αίσθηση φόβου που αποπνέει η ταινία στο σύνολό της. Από την άλλη πλευρά, ο Ηλίας, ως άλλος Βενέζης ή είδωλο του συγγραφέα, θα καταφέρει να επιβιώσει από τις κακουχίες στα Τάγματα Εργασίας για να μοιραστεί αργότερα αυτήν την εμπειρία του αποτυπωμένη μυθιστορηματικά.
Οι τρεις πρωταγωνιστές, ανήμποροι να σωθούν, ακολουθούν το νήμα της μοίρας τους στα άγονα εδάφη της Μικράς Ασίας, όπου στα Τάγματα Εργασίας εξαντλούνται οι αντοχές τους. Η ταινία ολοκληρώνει τον κύκλο της με μια σουρεαλιστική γιορτή των Τούρκων, όπως ακριβώς ξεκίνησε: με μια παράδοξη παράσταση των Ελλήνων που διέσπειρε αμφιβολίες και λειτούργησε ως προοικονομία για τη συνέχεια της ταινίας, αλλά και για την ίδια την Ιστορία.
Ο Κούνδουρος δεν αντιπαραβάλλει το φιλότιμο και την «καλή» και φιλεύσπλαχνη θρησκεία του Έλληνα απέναντι στα σκληρά ήθη και τον «αυστηρό» Ισλαμισμό των Τούρκων. Άλλωστε, αυτό θα ήταν μια υποκειμενική ερμηνεία που δημιουργεί χάσμα ανάμεσα στα δύο έθνη. Αντιθέτως, φέρνει αντιμέτωπες δύο ιδιότητες: του νικητή και του ηττημένου. Και αυτές αρκούν για να πυροδοτήσουν την άκρατη εξουσία του νικητή ή την επιδιωκόμενη εκδίκηση του ηττημένου.
Όπως έχει αναφέρει ο ίδιος ο σκηνοθέτης σε συνέντευξή του, έναυσμα για τη σύλληψη της ιδέας και την πραγματοποίηση της ταινίας αποτέλεσε η γνωριμία του με δύο προσφυγοπούλες που φιλοξενούσε η μητέρα του στο σπίτι. Έτσι, εκείνος βρήκε την ευκαιρία να μάθει πληροφορίες για τη ζωή τους και την ιστορία τους, ενώ η απαγόρευση κάποιων σχετικών μαρτυριών, πράγμα που ανακάλυψε στην έρευνά του, λειτούργησε ως πυροδότημα θυμού που διοχετεύτηκε στην ταινία. Ένα είδος διαμαρτυρίας για όλες τις απαγορεύσεις που έθαβαν την ελληνική εθνική ευπιστία και τη βία ως συνέπειά της. Όμως, και η ίδια η ταινία λογοκρίθηκε από την Αριστερά παρά τις όμοιες ιδεολογικές αντιλήψεις του σκηνοθέτη της, απαγορεύτηκε και, μάλιστα, δεν επιτρεπόταν να προβληθεί στη Θράκη, λόγω της εκεί διαμονής Μωαμεθανών. Στο Διεθνές Φεστιβάλ Βουδαπέστης, η προβολή της ταινίας ακυρώθηκε λίγο πριν ξεκινήσει, όμως αργότερα, με παρέμβαση του Υπουργού Γιάννη Καψή, η ταινία παραχωρήθηκε στον σκηνοθέτη της, Νίκο Κούνδουρο. Παρόλα αυτά, η απαγόρευση λειτούργησε ως διαφήμιση για το 1922, καθώς η κατάσταση αυτή εξήπτε την περιέργεια και το ενδιαφέρον του κοινού.
Σε σενάριο του Στρατή Καρρά και του Νίκου Κούνδουρου, η ταινία έχει περισσότερα να πει με τις ερμηνείες που δίνουν πνοή στη σκηνοθεσία παρά με τα λόγια. Πράγματι, οι ελλειπτικοί διάλογοι και η νατουραλιστική αποτύπωση μέσα στον ιστορικό ρεαλισμό απεκδύει τους ανθρώπους από τα έως τότε καθωσπρέπει περιτυλίγματά τους, ξεγυμνώνοντας την ψυχή τους μπροστά στην αγριότητα των Τούρκων. Όσο κι αν η πρόθεση είναι η ύπαρξη μιας αντικειμενικής περιγραφής, τα φρικιαστικά περιστατικά είναι καταγεγραμμένα και η παρουσίασή τους στον φακό πληγώνει τα ανθρώπινα και ανθρωπιστικά συναισθήματά μας.
Η ταινία προβλήθηκε το 1978 στο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, κερδίζοντας το βραβείο Καλύτερου Σεναρίου και Καλύτερης Ερμηνείας Α΄ Γυναικείου Ρόλου, ενώ στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Cape Town το 1982 βραβεύτηκε ως Καλύτερη Ταινία και για την Καλύτερη Σκηνοθεσία. Αποδίδει φόρο τιμής στη φρίκη μιας ολόκληρης εποχής, αλλά, συνάμα, αποτελεί η ίδια μια ιστορική παρακαταθήκη στην πολιτισμική και συλλογική μας μνήμη.
Υπόθεση: Ενώ πραγματοποιείται υποχώρηση του ελληνικού στρατού από τη Μικρά Ασία, οι κάτοικοι μιας από τις εκατοντάδες ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας γιορτάζουν ακόμα την απελευθέρωσή τους και την αυγή μιας νέας εποχής ισότητας με τους Τούρκους. Ο εχθρός καταλαμβάνει αθόρυβα την πόλη. Κρυφές δολοφονίες που σταδιακά γίνονται όλο και πιο απροκάλυπτα, όσο οι στρατιώτες του Κεμάλ παίρνουν τη θέση του “ανεξέλεγκτου” τουρκικού όχλου. Τραγικές καταστάσεις συμβαίνουν μπροστά στα μάτια των Ευρωπαίων συμμάχων που παραμένουν βουβοί. Οι άνδρες από 18 έως 45 ετών μαζεύονται και σχηματίζουν πορείες θανάτου προς στα βάθη της Μικράς Ασίας. Το σχέδιο της γενοκτονίας έχει ήδη αρχίσει…
Σκηνοθεσία: Νίκος Κούνδουρος
Πρωταγωνιστούν: Αντιγόνη Αμανίτου, Ζαχαρίας Ρόχας, Βάσος Ανδρονίδης, Ελεωνόρα Σταθοπούλου, Νίκος Κάπιος, Μπέτυ Βαλάση, Βασίλης Κολοβός, Κατερίνα Γώγου, Όλια Λαζαρίδου
- Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Κρήτη, την Ελλάδα και όλο τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, με εγκυρότητα και αξιοπιστία, στο cna.gr
- Ακολουθήστε το cna.gr στο Facebook
- Ακολουθήστε το cna.gr στο Twitter
- Ακολουθήστε το cna.gr στο YouTube
- Ακολουθήστε το cna.gr στο Instagram