Σαλταδόροι και ακραιφνείς (του Κώστα Θεολόγου)
Στις τοποθετήσεις των δυσαρεστημένων από τις επιλογές του Τσίπρα διακρίνουμε τη διάθεση να πιστοποιήσουν με κάποιο ISO την ακραιφνή αριστεροσύνη τους. Δυστυχώς, από την ιστορία της ελληνικής Αριστεράς, και στον 21ο αιώνα, επιβεβαιωνόμαστε ότι ούτε το ήθος ούτε η συντροφικότητα αποτελούν ίδια χαρακτηριστικά της, διότι το αγαπημένο παιχνίδι της είναι οι φράξιες και το ποιος την έχει πιο μεγάλη την αγωνιστική αριστεροσύνη του.
Το αποκαρδιωτικό είναι πως και η Αριστερά κυβέρνηση του Γενάρη δεν άντεξε ομόψυχα την ήττα στις Βρυξέλλες. Και ποιος δεν αντέχει την ήττα; Ο αλαφροΐσκιωτος ξιφομάχος των ανεμόμυλων. Ο αναίμακτος οιηματίας της πολιτικής αποκοτιάς. Μαζί του είμαι βέβαια όντας ρομαντικός, αλλά ως μόνος, δηλαδή ως άτομο και ως μονάδα. Μαζί του θέλω κι εγώ να γίνω παρανάλωμα στο Κούγκι, να πέσω μαχόμενος εναντίον του Τέταρτου Ράιχ, έξω από την ευρωζώνη και έξω από το ευρώ. Αλλά, αν κοιτάξω δίπλα τους γέροντες και τα παιδιά, που δεν έχουν αξιόμαχο φρόνημα ή δέμας δεν μπορώ να επιλέξω μια τέτοια κατά πρόσωπο χαμένη μάχη. Θα επιλέξω τον ανταρτοπόλεμο, οφείλοντας να αποδεχτώ την ήττα στη διαπραγμάτευσή μου, να ανασυνταχτώ και να κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ για να στηρίξω τους ασθενέστερους. Έχω κατανοήσει ότι η Αριστερά και η Δεξιά έχουν ουσιώδεις αξιακές διαφορές. Στις αξίες της πρώτης πρυτανεύει ο ουμανισμός και στις αξίες της δεύτερης προηγούνται οι αναπτυξιακοί δείκτες ανεξαρτήτως των σύνθετων ανθρωπιστικών υποχρεώσεων, που οφείλει να έχει μια κυβέρνηση απέναντι στην εξαθλιωμένη κοινωνία και στον καταρρακωμένο λαό της.
Διαβάζω πολλά για διαπλοκή και στον ΣΥΡΙΖΑ, για συμφέροντα στα οποία εμπλέκονται κορυφαία στελέχη της κυβέρνησής του, αλλά δεν θεωρώ πως τούτα είναι κρίσιμα στο γενικότερο τοπίο της πατροπαράδοτης πολιτικής διαφθοράς και εξάρτησης της νεότερης Ελλάδας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ανταποκρίθηκε με πολιτική ωριμότητα και με αξιοσημείωτη μαχητικότητα στις απαιτήσεις υποτέλειας μας από τους χρηματοσυμμορίτες της ΕΕ. Ο ΣΥΡΙΖΑ απάντησε με τις έντιμες συναινέσεις του ότι δεν μπορούμε να παραμείνουμε στο ευρώ (όπως βούλεται σχεδόν όλος ο ελληνικός λαός) χωρίς μνημόνιο, ότι δεν μπορούμε να πάμε στην δραχμή (όπως βούλεται η μειοψηφία του εκλογικού σώματος) χωρίς μνημόνιο, και ότι θα πάμε στην δραχμή όχι απλώς χρωκοπημένοι αλλά και ακόμη περισσότερο εξαθλιωμένοι. Πόσο περισσότερο; Σε αυτό ευτυχώς δεν υπήρξε κάποια φιλοπερίεργη επιλογή της Αριστεράς κυβέρνησης.
Φαίνεται ότι στην Αριστερά, που δεν θα την δούμε ποτέ ενωμένη στην Ψωροκώσταινα, δεν έχουμε όλοι μας τα ίδια ιδανικά και αξίες. Σε ένα πλοίο, δηλαδή, που άρχισε να κάνει νερά ορισμένοι σάλταραν με περισσή πολιτική ιδιοτέλεια σε μιαν άλλη Κιβωτό (ark) του Νώε, για να διασωθούν ιδεολογικά. Άλλοι, αρχολίπαροι και επαναστάτες, χωρίς ικανότητες διακυβέρνησης, όπως φάνηκε από το μηδενικό έργο στα υπουργεία τους, ίδρυσαν φράξια με υπαινιγμό λαϊκής μαζικότητας, σεβόμενοι τις ανυστερόβουλες προοπτικές τους.
Και ο θολωμένος, θυμωμένος και θυμόσοφος λαός βλέπει δυστυχώς με άκριτη σοβαρότητα τις μισαλλόδοξες παραιτήσεις και αποσχίσεις των ριψασπίδων, την πολιτική φραπεδοανάλυση μιας τηλεπερσόνας, τον ακραιφνή πατριωτισμό και τη μισανθρωπία των ναζιστών, και κάθε συστημικό σχηματισμό που θα τσιμπήσει 1-3% από το εκλογικό ποσοστό της Αριστεράς που προηγείται δημοσκοπικά.
Αλλά, αυτό που δεν υπογραμμίζεται από την απελθούσα Κυβέρνηση είναι ότι έδωσε μάχες, έχασε και κέρδισε μερικές, ότι θα συνεχίσει να μάχεται και να κερδίζει και να χάνει σε σημεία ή σε μέτωπα, αλλά για πρώτη φορά ο λαός ένιωθε νομίζω ότι κάποιος έδινε αξιοπρεπώς μάχες εκεί έξω. Και είναι πλέον καιρός, τώρα που έκλεισε το μέτωπο εκεί έξω, να συνεχίσει να δίνει τις υπεσχημένες μάχες και εδώ μέσα, εναντίον της φοροδιαφυγής, εναντίον της διαφθοράς, υπέρ της ισονομίας των πολιτών, υπέρ των αδυνάτων τάξεων και υπέρ των ανθρωπιστικών αξιών τις οποίες μονάχα ο σοσιαλισμός ενστερνίζεται. Και γι’ αυτό πρέπει να δώσουμε στον ΣΥΡΙΖΑ τη δυνατότητα να συνεχίσει να μάχεται και ενίοτε ας χάνει χωρίς να υποκύπτει εξαρχής.