Η κουλτούρα των θαλασσινών λουτρών
Ο Οδυσσέας Αλεπουδέλης (1911-1996) υπήρξε ιδιαίτερα τυχερός αριστοκράτης ποιητής, εφόσον μέσω της λυρικής και υπερρεαλιστικής ενόρασής του γνώρισε έναν θερινό αυτοκράτορα Αύγουστο που «ελούζονταν μες στην αστροφεγγιά κι από τα γένια του έσταζαν άστρα και γιασεμιά».
Εκτός από τα ήσυχα τραπέζια ορισμένων πολιτισμένων ανθρώπων που συζητούν ευγενικά σε κάποιο κήπο ή στο εστιατόριο, οι υπόλοιποι Νεοέλληνες ωρύονται ομοτράπεζοι, ομοούσιοι, ωμοί και άξεστοι, περιφέροντας τον εγωισμό και την χυδαιότητά τους, χωρίς να έχουν αποχωριστεί ποτέ από τον επαρχιωτισμό τού «δείτε με, ρε, ήρθα!» Χειρονομώντας όρθιοι παραγγέλνουν συμπληρωματικά τσίπουρα και τσιπούρες, μπιφτέκι με τηγανητές πατάτες για το παιδί που ήρθε «καθυστερημένο» στο τραπέζι.
Εκτός από τα ιστιοπλοϊκά στις γαλαζοπράσινες αμμουδιές, οι υπόλοιποι Νεοέλληνες, ματσωμένοι ή ρέστοι συνωστίζονται έστω και για λίγο σε κάποια παραδιπλανή ομπρέλα, για να μυρίζουν το κοκτέιλ αντηλιακής ιδρωτίλας του παρακείμενου περήφανου μαλακοπίτουρα «μπαμπάααα, κοίτα!» ή για να οφθαλμολούζονται τη ναζιάρα μιλφ με το κοφτό μπραζίλιαν στα κωλομέρια.
Εκτός από τις απόμερες παραλίες των γυμνών λουομένων με τις σιωπηρές φιγούρες τους στην άμμο, οι υπόλοιπες Νεοελληνίδες καμώνονται τις ατρόμητες στη φωτογήρανση ανοίγοντας τα σκέλια τους να πάρουν χρώμα στα απόκρυφα, παραδομένες σε μιαν ειδωλολατρική σχέση με τον εθελότυφλο ναρκισισμό τους. Αυτή η εκούσια έκθεση σκελών, οπισθίων και μαστικών αδένων είναι υποκριτική, σωματικά επιβλαβής και καθόλου ψυχωφέλιμη, εφόσον δεν διδάσκει κάτι σοφό. Αντιθέτως, η «έκθεση» είναι υποκριτική, επειδή περιορίζεται στην επί της ξαπλώστρας άνεση να επιδεικνύονται αναιδώς και επαισχύντως, ενώ σε επικοινωνιακό επίπεδο δεν αποκαλύπτουν ούτε τα γενέθλιά τους, πόσω μάλλον έναν πόνο, έναν θυμό τους, κάποια εσωτερική αλήθεια τους. Προς τι λοιπόν αναπτύσσουν μια τέτοια σχέση με τόσο φως, ενώ συναισθηματικά παραμένουν τρωγλοδύτες;
Εκτός από τους ολίγους σοφούς συμφιλιωμένους με την Αθήνα τον Αύγουστο, οι υπόλοιποι Νεοέλληνες σταθμεύουν το ΙΧ τους στην αμμουδιά, ει δυνατόν δίπλα σε ομπρέλα, μέσα στα αρμιρίκια, στο ταπεράκι με τα κεφτεδάκια, με τα ροδάκινα και τα καρπούζια, τις φλούδες που θα αφήσουν φεύγοντας, σουβενίρ στη μάνα Γη. Κάθονται ημίγυμνοι -κομψοί ή σάρκινες καρικατούρες- στις ασφυκτικά γεμάτες ταβέρνες, παραγγέλνουν βροντόφωνα σαργούς και φαγκριά, σαλάτες, ούζα και μπίρες, τρώγουν φωνασκώντας (για όρεξη;), την κάνουν ταράτσα, βιώνουν ευδαιμονικά την αυγουστιάτικη κουλτούρα των μπάνιων του λαού, σωρεύουν ενέργεια για ένα ακόμη δύσκολο χειμώνα της εθνικής πίκρας μας, διατηρούν την ψευδαίθηση των διακοπών, ξενυχτώντας στα μπαρ με ουΐσκια, μαργαρίτες και τζιν τόνικ, καπνίζοντας αρειμανίως και διηγούμενοι επιτυχίες προσωπικές, σεξουαλικές, φαγοποσίας, ψαροφαγίας ή προτείνοντας με περισσή πεποίθηση τις υποκειμενικά ποιοτικές και φτηνές επιλογές τους στους υπόλοιπους… τι απίστευτο κομφούζιο οι «διακοπές» (τι διακόπτουν, άραγε;) των Νεοελλήνων! Ο κουμπάρος και οικογενειακός φίλος διατηρεί ménageà troisμε την κουμπάρα, εν αγνοία του φίλου του ή της δικής του συζύγου… Όλα καλύπτονται από τις βροντερές φωνές των παραλιών, από τους δήθεν άδολους υπαινιγμούς, από το αλκοόλ και τα ρεψίματα, ενώ τα παιδιά τους λαμβάνουν αγωγή χυδαιότητας, μαζικότητας, αγενών τρόπων και χοντροκομμένων αστεϊσμών.
Εκτός από τους Νεοέλληνες αυτής της στάσης, που υποστηρίζει σθεναρά και με πίστη τα εθνικά ιδεώδη της λαϊκής συμπεριφοράς μας, ορισμένοι βλέπουν από μια ήσυχη σχεδόν κωφάλαλη γωνιά «άστρα και γιασεμιά», ελπίζοντας ότι κάποτε όλοι θα αποκτήσουμε μιαν αγωγή του πολίτη, ασπαζόμενοι ισόνομα δικαιώματα και υποχρεώσεις: φορολογικές, συμπεριφορικές, θεσμικές, κοινωνικές και πολιτικές. Ίσως κάποτε οι Νεοέλληνες αντί για χοντροκομμένα και χυδαία μπάνια να επιλέξουν εμπράκτως μια συνειδητά ευγενική κοινωνική συνύπαρξη, ώστε η γενιά που μεγαλώνει στο σπίτι μαζί τους, να κολυμπάει και να παίζει χαρούμενη στη θάλασσα δίπλα σε άλλες οικογένειες, χωρίς υστερίες, χωρίς νευρολογικές διαταραχές, χωρίς παράλογες απαιτήσεις και διεκδικήσεις.
Εκτός από τους βροντερούς σωματώδεις ή πάγκαλους ευδαίμονες Νεοέλληνες και τις επιδεικτικά προκλητικές και ακκιζόμενες σεισοπυγίδες Νεοελληνίδες, υπάρχουν και οι δυστυχείςπαρατηρητές, που σημειώνουν όλα αυτά τα σχόλια υποφέροντας σιωπηρά στις αυγουστιάτικες συντροφιές τους και αναζητούν, συνάμα, μιαν ερημιά για το βιβλίο και τον γάτο τους, αλλά η νεοελληνική ιαχή των επικών πολέμων της παραλίας «αέρα!» σκεπάζει τα πάντα, από τους Οθωνούς μέχρι την Χρυσή στην Ιεράπετρα, από τη Σαμοθράκη μέχρι τα Κύθηρα, από την Κω μέχρι τη Σιθωνία. Πού να κρυφτείς; Πού να παραδοθείς; Πώς να σκεφτείς το τραγικό λάθος που έφυγες Αύγουστο από την Αθήνα; Κάνεις γαργάρα τον χαρμόλυπο κλαυσίγελω σου. Η ιδιότητα του πολίτη δεν καλλιεργήθηκε στην Ελλάδα, ούτε στα χαρτιά ούτε στην πράξη, επειδή μάλλον δεν θα ευδοκιμούσε, ασφαλώς δικαιολογημένα, σε αυτές τις ακτηματολόγητες αμμουδιές. Η επερχόμενη πελατειακή ιδιωτικοποίησή τους θα παγιώσει μιαν ήδη ανυπόφορη κουλτούρα.