Φιλοσοφία, τεχνολογία και δημοσιογραφία | του Κώστα Θεολόγου
Επαγγελματικά ζητήματα ηθικής επιλογής ή κρίσης αντιμετωπίζει κανείς σχεδόν καθημερινά. Η μελέτη του βιβλίου μου με τίτλο Φιλοσοφία και Τεχνολογία θεωρώ ότι θα φαινόταν ιδιαίτερα χρήσιμη και στους επαγγελματίες δημοσιογράφους του έντυπου και ψηφιακού Τύπου, οι οποίοι καλούνται να καλύψουν δημοσιογραφικά τραγικές ειδήσεις και τραυματικές εμπειρίες προσώπων ή ομάδων ανθρώπων.
Σε αυτές περιλαμβάνονται, ενδεικτικά, οι τρομοκρατικές επιθέσεις, οι ολέθριες φυσικές καταστροφές, τα τσουνάμι, η παιδοφιλία, οι επιπτώσεις τής καθημερινότητας από τα ΜΚΔ και τις τεχνολογικές εφαρμογές, τα απίθανα και απροσδόκητα κλιματολογικά φαινόμενα, οι οικουμενικά επείγουσες οικολογικές προτεραιότητες και τα ποικίλα επεισόδια από την οικονομική ύφεση, την πολιτική διαφθορά ή αδιαφορία και την ηθική κρίση που ταλανίζουν τους πολίτες.
Αυτά τα ζητήματα συνυφαίνονται σχεδόν πάντα με προσωπικές «μικρές ιστορίες» και με ανθρώπους που δεν επιθυμούν επαφές με δημοσιογράφους. Καλύπτονται θέματα εγκλήματος, διαφθοράς, ποινικού και κακουργηματικού χαρακτήρα και οι δημοσιογράφοι καλούνται να συναντήσουν ανθρώπους για να αλιεύσουν πληροφορίες, τις οποίες συνήθως οι εν λόγω άνθρωποι δεν έχουν πρόθεση να ομολογήσουν. Οι δημοσιογράφοι οφείλουν να καλύψουν σύνθετες και περίπλοκες ιστορίες από τον επιχειρηματικό κόσμο, τον επιστημονικό χώρο και τις τάξεις του στρατού. Πρέπει να συνομιλήσουν με «πηγές» που εκδηλώνουν ενδοιασμό ή διατηρούν επιφυλάξεις απέναντι στην ικανότητα ή ενσυναίσθηση των δημοσιογράφων να κατανοούν την ιδιαιτερότητα του δικού τους αντικειμένου και του χώρου τους.
Θα πρέπει οι ειδησεογράφοι να συντάσσουν περιγραφικά ή κριτικά κείμενα για την πολιτική, τη νομοθετική, την εκτελεστική και δικαστική εξουσία ή για τη θρησκεία, συνομιλώντας με άτομα που είναι πεπεισμένα ότι ο συνομιλητής δημοσιογράφος είναι εξαρχής προκατειλημμένος και θα διατυπώσει εντέλει μια μεροληπτική άποψη. Παντού γύρω μας σημειώνουμε τις φυλετικές διακρίσεις ή την πολυφυλετική συνύπαρξη, τις λεπτές και περίπλοκες σχέσεις σε θέματα κουλτούρας, γλώσσας και δόγματος και διαπιστώνουμε την αμοιβαία καχυποψία μεταξύ των «συνομιλητών» σε κάθε είδους διάλογο.
Στην πορεία κάθε δημοσιογραφικής, και πολλές φορές πολιτικής, επιστημονικής, δηλαδή κοινωνιολογικής, έρευνας σημειώνονται κωλυσιεργίες ή και ακυρώσεις εκ μέρους ισχυρών παραγόντων, ατομικών ή θεσμικών, που προσπαθούν να «ξεστρατίσουν» την πορεία της έρευνας προς την αλήθεια. Επίσης, ορισμένες «έμπειρες» πηγές προσπαθούν να χειραγωγήσουν ή να κατευθύνουν για σημαντικούς ή και ασήμαντους ιδιοτελείς λόγους την ολοκλήρωση της έρευνας. Ορισμένοι με απώτερα κίνητρα απαιτούν την απόκρυψη της ταυτότητάς τους προκειμένου να δώσουν κάποια πληροφορία. Διάφοροι άνθρωποι με φαινομενικά καλές προθέσεις συχνά εκδηλώνουν κάποια προτίμηση, ας πούμε, και προσδοκούν ανταπόδοση κάποιας μεροληπτικής παρουσίασης της άποψής τους κ.λπ. Κοντολογίς, η ικανότητα να έχει κάποιος στο πεδίο τής ειδησεογραφίας ακριβείς, δίκαιες και «έντιμες» επιδόσεις συνυφαίνεται ευθέως με την ικανότητά του να ανταποκρίνεται σε αυτές τις επαγγελματικές προκλήσεις. Εξίσου απαραίτητες θεωρούνται οι γνώσεις και οι δεξιότητες. Ανάλογες είναι και οι προϋποθέσεις στο πεδίο τής λήψης μιας απόφασης με ηθικό περιεχόμενο.
Η σχέση της Φιλοσοφίας με την Τεχνολογία πρέπει να περιλαμβάνεται στον απαραίτητο θεωρητικό εξοπλισμό του επαγγελματία της δημοσιογραφίας, εφόσον για την άσκηση του λειτουργήματός του απαιτούνται κρίσιμα εργαλεία τα οποία συμβάλλουν αποτελεσματικά στην εμπλοκή του σε αξιακού περιεχομένου συζητήσεις με τον εαυτό του ή με συνεργάτες. Η σχέση Φιλοσοφίας και Τεχνολογίας εμπλουτίζει εννοιολογικά ορισμένες λέξεις με ουσιώδες νόημα, όπως π.χ. «διακύβευση», «όφελος», «εναλλακτικές επιλογές», «συνέπειες», και συνάμα διαμορφώνει τις πρακτικές οδηγίες που θέτουν όρια στην ανθρώπινη συμπεριφορά· αυτά τα εργαλεία υπάγονται στην αρμοδιότητα της Ηθικής Φιλοσοφίας. Πρέπει οπωσδήποτε να τα αξιοποιούμε με κατάλληλες «τεχνικές», δηλαδή με την ικανότητα να αντιλαμβανόμαστε και να ορίζουμε τα ηθικά ζητήματα, να διατυπώνουμε τις σωστές ερωτήσεις, να αναπτύσσουμε πνεύμα συνεργασίας, να είμαστε ανεκτικοί απέναντι στην αμφισημία και σε φαινόμενα εκδήλωσης αντίθετων απόψεων. Για όλα αυτά, ή μαζί με όλα αυτά, απαιτείται ίσως μια αφοσίωση στον σκοπό μας και σθένος, ώστε να διατηρούμε τον επαγγελματισμό μας άτεγκτο ενώπιον των ποικίλων δυσχερειών και προκλήσεων.
Έτσι, πρώτον, εμείς θα σφυρηλατούμε τις επαγγελματικές αρχές και αξιώσεις μας, ενώ οι άλλοι θα συναλλάσσονται διακυβεύοντας την ψυχή τους· δεύτερον, εμείς, συνάμα, θα αμφισβητούμε την πεπατημένη, έστω κι αν μας χαρακτηρίζουν «αντισυμβατικούς τύπους»· και, τρίτον, θα εκφράζουμε σημαντικές και ουσιαστικές κατά τη γνώμη μας επιφυλάξεις, έστω κι αν αυτό αναχαιτίζει την επαγγελματική ανέλιξή μας. Εν κατακλείδι, όσο πιο πολύ καλλιεργήσουμε την ικανότητα για τη λήψη απόφασης που βασίζεται σε αξίες και κάποιες βασικές αρχές, τόσο μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση θα αναπτύξουμε στις επαγγελματικές δοκιμασίες μας.