Όχι μόνο παλαμάκια, παρακαλώ (του Κώστα Θεολόγου)
Αν ήμουν σύζυγος χαλίφη, θα πρόσεχα να μην εκφράσω εμμέσως κάποια μορφή επαγγελματικής διάκρισης, υπέρ μιας κατηγορίας εργαζομένων και εις βάρος ορισμένων άλλων κατηγοριών. Μάλιστα, ως χαλίφης, θα ήμουν εξίσου πολύ προσεκτικός να μην προκαλέσω το κοινό αίσθημα παρέχοντας αφειδώς εκατομμύρια ευρώ σε διαχειριστές δημοσίων έργων, π.χ. τα διόδια στις εθνικές οδούς, οι οποίοι έχουν ήδη ωφεληθεί και ως εργολάβοι αυτών των έργων.
Ευτυχώς, λοιπόν, δεν είμαι σύζυγος χαλίφη, ούτε και χαλίφης, ούτε καν λάτρης του βεζίρη Ιζνογκούντ. Δεν είμαι ούτε συνδικαλιστής. Δεν μου αρέσει η αξιακή μιζέρια που ενίοτε εκφράζει ο σύγχρονος συνδικαλιστικός λόγος, ιδίως εκείνος που είναι πρόθυμος να σιωπήσει μόλις εμβαπτισθεί στη φορμόλη της εξουσίας. Επίσης, δεν θέλω να διαβαστεί ως λαϊκιστική προτροπή προς την εργοδοσία και προς την εξουσία, μολονότι, αν εκλαμβανόταν ως λαϊκιστική παραίνεση, μάλλον θα ενισχυόταν η αποτελεσματικότητα της πρότασης μου, και συνεπώς έτσι δεν είμαι ούτε αντιπολιτευόμενος.
Τούτων λεχθέντων καταθέτω την πρότασή μου: Νομίζω ότι είναι δίκαιο, ηθικό και νόμιμο να λάβουν πρόσθετη αμοιβή όσες και όσοι έχουν εργασθεί και συνεχίζουν να εργάζονται ανελλιπώς στις ειδικές συνθήκες της πανδημίας του COVID-19. Η πρόταση αφορά την Κυβέρνηση, ώστε να προβλέψει bonus για το νοσηλευτικό προσωπικό και για τους νοσοκομειακούς γιατρούς. Επίσης, καλό θα ήταν να απαλλάξει, ας πούμε, για ένα μήνα τους φαρμακοποιούς από φορολογικές υποχρεώσεις ή κάτι παρόμοιο, ώστε και αυτοί να πρσφέρουν ένα πριμ, ένα χαριστικό και αφορολόγητο επίδομα για τους υπαλλήλους τους. Η πρόταση αφορά και την εργοδοσία των μεγάλων και μικρών επιχειρήσεων που μας προμηθεύουν με είδη πρώτης ανάγκης (σούπερ και μίνι μαρκετ, κρεοπωλεία, μανάβικα, αρτοπωλεία κτλ). Εφόσον, έχουν κατανάλωση που υπερβαίνει ή έστω προσεγγίζει το διπλάσιο του μηνιαίου τζίρου τους, γιατί να μην παραχωρήσουν στους υπαλλήλους τους ένα μέρος, έστω και συμβολικό, από αυτά τα κέρδη τους; ‘Αλλωστε, έτσι θα είχαν εργαζόμενους ευχαριστημένους και πιο αποδοτικούς στα καθήκοντά τους. Επειδή, όμως, κάνω τέτοιες σκέψεις, δεν επέλεξα να γίνω εργοδότης ή αφεντικό. Ίσως διότι ποτέ δεν θα πρότεινα να επιβραβεύσουμε τους σκληρά και επικίνδυνα εργαζόμενους μόνο με παλαμάκια στα μπαλκόνια, όσο όμορφο, τρυφερό και ευγενικό μοιάζει ως χειρονομία. Παραμένει ανέξοδο θέαμα για τα μέσα ενημέρωσης, μας αγγίζει συναισθηματικά, είναι ανακουφιστικό, αλλά στον καπιταλισμό, όπου ζούμε, πρέπει να ρευστοποιείται η εκτίμηση μας στον κάθε εργαζόμενο και στην κάθε εργαζόμενη. Επίσης, πολλοί ή ορισμένοι εργοδότες δεν έλαβαν τα απαραίτητα μέτρα προστασίας των εργαζομένων τους: δεν τους προμήθευσαν με μάσκες, με αντισηπτικά και με γάντια, όπως απαιτείται, αλλά τρόπον τινά τους υπέδειξαν να τα χρεωθούν. Όποιο κι αν είναι το κόστος, ώφειλαν οι εργοδότες να το αναλάβουν και ώφειλαν να σκεφτούν από μόνοι τους να ανταποδώσουν αυτή την απαράμιλλη διακινδύνευση του προσωπικού τους υπό αυτές τις συνθήκες μετακίνησης και εργασίας.
Κοντολογίς, ώφειλε η κυβέρνηση να βάλει το χέρι στον κρατικό κορβανά για το προσωπικό στα νοσοκομεία: ασμένως θα γινόταν αποδεκτή η κίνηση της από το σύνολο του πληθυσμού. Όμως, αν αυτή τα χαρίζει σε άλλους, φαίνονται πως είναι αλλότριες οι προτεραιότητες της και μάλλον εκτίθεται -και δεν νομίζω ότι θα ήθελε να ξεμείνει, εντέλει, από χειροκροτητές.