Το μπαρμπούτι είναι το κλασικό τυχερό παιχνίδι με ζάρια που παίζεται επί αιώνες στον ελληνικό χώρο και το οποίο, από το όνομά του, φαίνεται να έχει οθωμανικές ρίζες.
Βέβαια, τα παιχνίδια με ζάρια δεν ανακαλύφθηκαν τότε, καθώς παίζονταν ήδη στην αρχαία Ελλάδα, με τον ομηρικό Παλαμήδης να θεωρείται εφευρέτης τους.
Κατ’ αυτή την έννοια, λοιπόν, το μπαρμπούτι, και αυτό, είναι πολύ πιθανό να προέρχεται από κάποιο αρχαίο τυχερό παιχνίδι με ζάρια καθώς οι αρχαίοι Έλληνες, αλλά και οι Ρωμαίοι, όπως και οι Βυζαντινοί αργότερα, ήταν μεγάλα τζογαδόμουτρα και ζαράκηδες.
Όπως μας πληροφορεί ο σχετικός με θέματα τζόγου ιστότοπος: kazinokazino.com, το μπαρμπούτι και τα ζάρια ήταν δημοφιλή καθώς ήταν πολύ εύκολο για κάποιον να στήσει μια αυτοσχέδια μπαρμπουτιέρα πάνω σε μια κουβέρτα όπως και πολύ εύκολο ήταν για κάποιον να κουβαλάει δύο ζάρια χωρίς να γίνεται αντιληπτός. Επειδή κατά καιρούς υπήρξαν διάφορες απαγορεύσεις για τέτοιου είδους τυχερά παιχνίδια όπως το μπαρμπούτι, ήταν πολύ εύκολο αυτά τα παιχνίδια να διεξάγονται παράνομα και όσο εύκολα στήνονταν τόσο εύκολα διαλύοντανι αν υπήρχε ανάγκη.
«Πάντα ο Δίας φέρνει την καλύτερη ζαριά», λέει μία περίφημη φράση του αρχαίου δραματουργού Σοφοκλή, δείχνοντας τις θεϊκές καταβολές του παρεξηγημένου παιχνιδιού, το οποίο ευθύνεται στις μέρες μας για την απώλεια ολόκληρων περιουσιών και την καταστροφή οικογενειών.
Οι αρχαίοι Έλληνες απέδιδαν στο μπαρμπούτι θεϊκή καταγωγή, θεωρώντας το ισάξιο της λογοτεχνίας, των μαθηματικών και της αστρονομίας. Ενδεικτική είναι η ιστοριούλα που σκαρώνει ο Πλάτωνας στον χαρούμενο πλατωνικό διάλογο “Φαίδρος”, όπου βάζει τον Σωκράτη να αφηγείται μια ιστοριούλα περί του θεού Θεύθ, η οποία πάνω-κάτω είναι η εξής:
Αυτός ο Θευθ, λέει ο Σωκράτης, γεννήθηκε στη Ναύκρατι της Αιγύπτου.
Για σύμβολό του, είχε ένα πουλί.
Ο Θευθ λοιπόν, μεγάλωσε, πήγε σχολείο, όπου την πέρασε ζωή και κότα, επειδή ακόμα δεν υπήρχαν γράμματα (οπότε πέρναγε τις τάξεις αέρα-πατέρα) και όταν ενηληκιώθηκε, δεν είχε τι να κάνει και άρχισε να φτιάχνει εφευρέσεις και πατέντες.
Μια μέρα, πήρε παραμάσχαλα τις εφευρέσεις – πατέντες του, που ήταν πολλές και ζόρικες,
αριθμοί, αστρονομία, τάβλι, μπαρμπούτι, και μέσα σε όλα και τη γραφή και τα γράμματα,
και πήγε να τις παρουσιάσει στον Θαμούν-Άμμωνα.
Τις παρουσίασε μία-μία τις πατέντες του στον Θαμούν, και ο Θαμούν τον ρώταγε για κάθε μια
τι χρησιμότητα έχει.
Το εντυπωσιακό είναι το εξής:
Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Σωκράτους, ο Θαμούν σκάλωσε όταν είδε τα γράμματα, μη μπορώντας να εννοήσει ποιά χρησιμότητα θα μπορούσαν να έχουν (παρακάτω βλέπουμε πως ουσιαστικά τα γράμματα θα τα θεωρήσει μια σχεδόν άχρηστη εφεύρεση). Δεν συνέβη όμως το ίδιο με “τας κυβείας”, δηλαδή με το μπαρμπούτι. Κρίνοντας από τα συμφραζόμενα των λόγων του Σωκράτους, θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε πως ο Θαμούν όχι μόνο κατάλαβε αμέσως τα περί μπαρμπουτιού, αλλά επιπλέον θα πρέπει να το θεώρησε μια εξαιρετικά χρήσιμη εφεύρεση. Το σίγουρο είναι ότι όλες οι αντιρρήσεις του Θαμούν περιορίστηκαν στη χρησιμότητα των γραμμάτων και μόνο. Για το μπαρμπούτι δεν αναφέρεται να έγινε η παραμικρή αρνητική κριτική…
Φαίνεται πως το μπαρμπούτι, ως παίγνιον, ήταν αρκετά διαδεδομένο μεταξύ των αρχαίων ημών προγόνων. Βέβαια, ήταν λίγο διαφορετικό από το δικό μας.
Αυτούς που έπαιζαν ζάρια, οι αρχαίοι ημών πρόγονοι δεν τους έλεγαν τζογαδόρους ή ζαράκηδες, αλλά τους έλεγαν “τρηματίκτες”. (Υποψιάζομαι πως η λέξη είναι λογοπαίγνιο, παραλλαγή κάποιας φράσεως που εμπεριείχε τη λέξη “τρία”).
Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι έπαιζαν μπαρμπούτι χρησιμοποιώντας τρία ζάρια, και όχι δύο ζάρια όπως εμείς σήμερα. Όπως γίνεται προφανές, εφόσον το παιχνίδι παιζόταν με τρία ζάρια, σαφώς και προφανώς η καλύτερη ζαριά ήταν το 666.
Τη συγκεκριμένη ζαριά, την 666, την αναφέρει και ο Πλάτων στους “Νόμους” του (Νόμοι 12:968)
και βέβαια ήταν ιδανική ζαριά για τον νικητή, αλλά καταστροφική για τον χαμένο.
“Ας κινδυνέψουμε για την πολιτεία! Ας τα παίξουμε όλα για όλα!
Είτε να φέρουμε 666 (και κατά συνέπεια να έχουμε απόλυτη επιτυχία)
είτε να φέρουμε 111 (επομένως να μας φάει το μαύρο σκοτάδι)”
λέει ο φιλόσοφος Πλάτων στους “Νόμους”.
(Δες και τον σχετικό ρεμπέτικο στίχο:
“τα ζάρια μου τα κούνησα κι έφερα έξη-πέντε
να δυο μπάτσοι στη γωνιά, τους πάει πέντε-πέντε”)
Όταν λοιπόν ο Σοφοκλής λέει πως “αεί γαρ εύ πίπτουσιν οι Διός κύβοι”, δηλαδή “ο Δίας πάντοτε φέρνει την καλύτερη ζαριά”, καλό θα ήταν να ξέρουμε πως η καλύτερη ζαριά εκείνη την εποχή ήταν το “666”, οι εξάρες με τρία ζάρια, δηλαδή.
Και εφόσον αυτή ήταν η συνήθης ζαριά του Δία (αλλά και η ιδεώδης παικτική στόχευση κάθε ευδαίμονος τζογαδόρου της αρχαιότητας), ε, επόμενο ήταν να αρχίσει από τους κακορίζικους της μετά Χριστόν εποχής το γνωστό “κυνήγι του 666”.
Ως επαγγελματίες γκαντέμηδες, οι μετά Χριστόν κακορίζικοι εξόρισαν τα τρία εξάρια, τα καταράστηκαν, τα έδιωξαν από τη ζωή τους, διαστρέφοντας -μέσα στη μνημειώδη τους άγνοια- άλλη μια χαρούμενη έννοια της αρχαιότητας.
- Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Κρήτη, την Ελλάδα και όλο τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, με εγκυρότητα και αξιοπιστία, στο cna.gr
- Ακολουθήστε το cna.gr στο Facebook
- Ακολουθήστε το cna.gr στο Twitter
- Ακολουθήστε το cna.gr στο YouTube
- Ακολουθήστε το cna.gr στο Instagram