ΕΚΟΥΣΙΑ ΠΛΑΝΗ

Αστικός εκσυγχρονισμός και εκπαίδευση (του Κ.Θεολόγου)

Το κυβερνητικό έργο είναι ετεροχρονισμένο, διότι αφορά στοναστικό εκσυγχρονισμό του κράτουςκαι το χαρακτηρίζω ετεροχρονισμένο υπό την έννοια ότι πρόκειται για έργο που υλοποιεί η συγκυβέρνησητου ΣΥΡΙΖΑ, αλλά έπρεπε να είχε επιτελεστεί από τον προηγούμενο αιώνα και από τις προηγηθείσες κυβερνήσεις. Τα κόμματα που κυβέρνησαν στο παρελθόν δεν ασχολήθηκαν με τον τόσο απαραίτητοεκσυγχρονισμότου ελληνικού κράτους, παρόλο που ορισμένα  τον επαγγέλλονταν  τόσο μεγαλόστομα που δεν ταίριαζε στο μπόι τους. Εργασίες υποδομής, θεσμικές βελτιώσεις, μηχανοργάνωση, διασταυρώσεις στοιχείων, δεδομένων κτλ γίνονται εύκολα, συμβάλλοντας σε μια λειτουργική δυνατότητα να σχεδιάζεται και να ασκείται έργο σε κάποιον τομέα γρήγορα και αποτελεσματικά.

Οι προηγούμενες κυβερνήσεις συνέπλεξαν με ισχυρούς δεσμούς τη χώρα μας σε μια εκ των υστέρων αμφισβητούμενη υπερεθνική συσπείρωση των ευρωπαϊκών κρατών, την οποία όμως είμαστε υποχρεωμένοι να υπηρετήσουμε θεσμικά, και έτσι νομίζω οφείλουμε να κάνουμε. Τούτο το υπερεθνικό ευρωπαϊκό οικοδόμημα, οι ιστορικές συνθήκες κακής γειτνίασης, τα μεγάλα κύματα μεταναστών και προσφύγων, αλλά και το καθεστώς της διεθνούς, τρόπον τινά, ασφυκτικής εποπτείας, λόγω χρεωκοπίας, υπήρξαν οι συγκυρίες στις οποίες έπρεπε να αναπτύξει το έργο της η κυβέρνηση μιας χώρας ηττημένης. Προσπάθησε, με απειρία ασφαλώς, αλλά όχι κακοπροαίρετα.

Σε ένα τέτοιο πλαίσιο αστικού εκσυγχρονισμού αντιλαμβάνομαι και την απόπειρα της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, η οποία πρέπει να σχεδιαστεί σε όλη τη σπονδυλική στήλη της, δηλαδή σε όλες τις βαθμίδες της. Όσοι διδάσκουμε στην τριτοβάθμια εκπαίδευση είμαστε αποδέκτες φοιτητών ασκημένων σε χρηστικές (ή ωφελιμιστικές, αν θέλετε) επιλογές, οι οποίοι όμως, κατά κανόνα, παρουσιάζουν ελλείψεις και αδυναμίες σε βασικές δεξιότητες γραφής, σκέψης και συμπεριφοράς. Οι πρώτες αδυναμίες σχετίζονται με τις αδυναμίες και τα κενά που έχουν τα προγράμματα σπουδών στο Δημοτικό, στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο, ώστε να μαθαίνουν (όχι απλώς να διδάσκονται) γράμματα, Γλώσσα, Ιστορία, Γεωγραφία κτλ. Οι τελευταίες αδυναμίες, που αφορούν το φέρσιμό τους, αναφέρονται στην αγωγή που έχουν ορισμένοι ανάμεσά τους και τούτο οφείλεται στην έλλειψη των αξιών που έχει ένας πολίτης, όταν ενήλικας πλέον πρέπει να υιοθετήσει και συγκεκριμένους τρόπους σε μια αστική κοινωνία. Η εκπαίδευση στο σύνολό της πρέπει να μαθαίνει στα παιδιά μας εκτός από γράμματα και τρόπους. Δεν είναι μόνο καθήκον των γονιών αποκλειστικά η διδασκαλία των καλών τρόπων. Το να μην είσαι ανάγωγος πρέπει να το μάθεις και μέσα από μαθήματα στο σχολείο.

Σε μια προοπτική τέτοια, η οποία εντάσσεται στο μεγάλο σχέδιο του αστικού εκσυγχρονισμού, το οποίο η κυβέρνηση μάλλον με επιτυχία επεξεργάζεται, αντιλαμβάνομαι και την συνταγματική απελευθέρωση του ιδιωτικού πανεπιστημίου. Και μάλλον αποτελεί ευκαιρία για να ανασυγκροτηθεί σε ανταγωνιστικό επίπεδο το δημόσιο πανεπιστήμιο, αλλά όχι ιδιωτικοποιώντας πλευρές του, όπως τα μεταπτυχιακά κτλ, για να θεωρηθεί «περιττή» η ιδιωτική τριτοβάθμια. Ας εκκινήσει η συζήτηση για την ιδιωτική τριτοβάθμια, όπως υπάρχει και λειτουργεί με επιτυχία νομίζω η ιδιωτική δευτεροβάθμια. Η δημόσια τριτοβάθμια δίνει τη δυνατότητα να υπάρχουν πολλά αμφιβόλου έως κακής ποιότητας σχολεία (ΙΕΚ κτλ) που αποσπούν πολλά χρήματα από τους πολίτες, δηλαδή από  γονείς που έχουν μεράκι να δούνε τα παιδιά τους με κάποιο χαρτί. Εξάλλου, ξοδεύονται τόσα χρήματα για την εισαγωγή των μαθητών στην τριτοβάθμια, κάτι που επίσης πρέπει να απασχολήσει την μεταρρύθμιση. Προσωπικά δεν φοβάμαι το ιδιωτικό πανεπιστήμιο ούτε προσκρούω σε ιδεολογικό όριο.

Μια αριστερή -ή έστω οιονεί αριστερή- κυβέρνηση που επιδίδεται και σε αστικό εκσυγχρονισμό οφείλει να επικεντρώνεται και στη διαμόρφωση των πολιτών της και να καλλιεργεί σε αυτούς τις απαραίτητες αξίες, με στόχο η κοινωνία να εξελίσσεται έτσι ώστε να είναι ειρηνική και ισορροπημένη. Οι δάσκαλοι στην τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν είμαστε ταξικοί εχθροί των φοιτητών μας, ούτε αντίπαλοί τους: είμαστε συνεργάτες με ενσυναίσθηση, ιδιότητα και δεξιότητα που οφείλουν να αναπτύξουν και εκείνοι απέναντί μας. Η βία που πρυτανεύει στον πανεπιστημιακό χώρο, κι ας ακούγεται αυτό σαν λογοπαίγνιο, δεν θα αρθεί ούτε θα εξαλειφθεί αν όλοι και όλες απλώς την καταδικάζουμε από όπου κι αν προέρχεται- αυτό είναι μια πομφόλυγα. Η βία θα εξαλειφθεί μονάχα μακροπρόθεσμα, αν αποφασίσουμε να φτιάξουμε προγράμματα σπουδών που θα διαμορφώνουν πρώτα πολίτες σε μια κοινωνία και μετά πιστοποιημένους αποφοίτους που θα συνδέουν τα πτυχιούχα προσόντα τους με την αγορά εργασίας. Απαιτείται δηλαδή η αξιακή καλλιέργεια των διδασκομένων ως προϋπόθεση για την ολοκλήρωση των χαρακτηριστικών τους ως εργαζομένων.

Αυτό που νομίζω θα είναι πιο ενδιαφέρον και ακόμη πιο προκλητικό για τα αριστερά αντανακλαστικά της κυβέρνησης, που επιβιώνουν νομίζω σε ορισμένα στελέχη της, είναι να παραμείνει ο ΣΥΡΙΖΑ για έναν επόμενο τετραετή κύκλο κυβερνητικού έργου, ώστε να αξιοποιήσει τα εργαλεία του αστικού εκσυγχρονισμού, τα οποία με πολύ κόπο εδραιώνει, και να ωφεληθεί ο ίδιος –ως κρατικός μηχανισμός-τους καρπούς αυτών των εργαλείων.

Κώστας Θεολόγου

Ο Κώστας Θεολόγου είναι Καθηγητής Ιστορίας και Φιλοσοφίας του Πολιτισμού και Διευθυντής του Τομέα Ανθρωπιστικών, Κοινωνικών Επιστημών και Δικαίου (AKEΔ) στη Σχολή ΕΜΦΕ του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη τον Οκτώβριο του 1960 και αποφοίτησε από το Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Σπούδασε Νομικά και Πολιτική Επιστήμη στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης (Paris-I, Pantheon Sorbonne) στην Κοινωνική Ιστορία και Κοινωνική Θεωρία με τον Jean-Marie Vincent, εισηγητή της Σχολής της Φρανκφούρτης στη Γαλλία. Το διδακτορικό δίπλωμά του από τον Τομέα Ανθρωπιστικών, Κοινωνικών Επιστημών και Δικαίου της Σχολής Εφαρμοσμένων Μαθηματικών και Φυσικών Επιστημών του ΕΜΠ (2006) εστιάζει στις συλλογικές ταυτότητες και στην Κοινωνιολογία του Πολιτισμού σε πολυεθνικά αστικά περιβάλλοντα. Διδάσκει σε προπτυχιακά και μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών στο ΕΜΠ και σε άλλα πανεπιστήμια. Είναι Συντονιστής της Θεματικής Ενότητας ΕΠΟ41 (Κοινωνική Θεωρία και Νεωτερικότητα) της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου (ΕΑΠ). Έχει διδάξει στην τριτοβάθμια ιδιωτική και στη δευτεροβάθμια δημόσια εκπαίδευση και έχει δημοσιεύσει μονογραφίες, μεταφράσεις, συγγράμματα και έχει επιμεληθεί σημειώσεις μαθημάτων για διδακτικές ανάγκες. Έχουν δημοσιευθεί ή βρίσκονται υπό έκδοση εργασίες του (άρθρα ή κεφάλαια) σε ξενόγλωσσα και ελληνικά περιοδικά ή συλλογικούς τόμους. Κριτικά σχόλιά του για νέες εκδόσεις έχουν δημοσιευθεί στα περιοδικά Εντευκτήριο, Διαβάζω, Το Δέντρο, Οδός Πανός κ.α. Κείμενά του βρίσκονται επίσης στα περιοδικά Αντί, Μουσική, Άρδην, Νέμεσις και στις εφημερίδες Μακεδονία, Η Εφημερίδα των Συντακτών, Η Αυγή, Τα Νέα κ.α. Δύο πρόσφατα βιβλία του είναι το «Φιλοσοφία και Τεχνολογία» (Δεκέμβριος 2023) και «Κριτικές Συναντήσεις: Άνθρωποι Βιβλία Τέχνες» (Μάρτιος 2024).

Σχετικά άρθρα

Back to top button